παραθετικά
θετικός risqué
συγκριτικός more risqué
υπερθετικός most risqué

  Επίθετο

επεξεργασία

risqué (en)

  • σκαμπρόζικος, τολμηρός, μια παράσταση, ένα σχόλιο, ένα αστείο κτλ. που σοκάρει ελαφρώς τους ανθρώπους, συνήθως επειδή έχει να κάνει με το σεξ
    ⮡  a risqué story - σκαμπρόζικη ιστορία
    ⮡  a film with risqué scenes - ταινία με τολμηρές σκηνές
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη obscene



  Επίθετο

επεξεργασία

risqué (fr)