remontant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | remontant | remontants |
θηλυκό | remontante | remontantes |
Επίθετο
επεξεργασίαremontant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | remontant | remontants |
θηλυκό | remontante | remontantes |
remontant (fr)