Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας reach out
γ΄ ενικό ενεστώτα reaches out
αόριστος reached out
παθητική μετοχή reached out
ενεργητική μετοχή reaching out

  Ετυμολογία επεξεργασία

reach out < → δείτε τις λέξεις reach και out

  Ρήμα επεξεργασία

reach out (en)

  Πηγές επεξεργασία