praedo
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- praedo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαpraedo (la) αρσενικό
Κλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- praedo - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.