Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
point of view points of view

  Ετυμολογία επεξεργασία

point of view < → δείτε τις λέξεις point, of και view. κυριολεκτικά: «σημεία θέασης»

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

point of view (en)