Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

  1. πέλμα ζώου
    • πατουσάκι αν αφορά νεαρό ζώο

  Ρήμα επεξεργασία

  1. ξύνω
  2. χουφτώνω