• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

participation

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ουσιαστικό
  • 2 Γαλλικά (fr)
    • 2.1 Ουσιαστικό
      • 2.1.1 Συγγενικές λέξεις

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

participation (en)

  • συμμετοχή



Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
participation participations

participation (fr) θηλυκό

  1. η συμμετοχή
  2. η προσέλευση

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • participant
  • participatif
  • participe
  • participer
  • participial
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=participation&oldid=5019920"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Μαΐου 2021, στις 15:52
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Μαΐου 2021, στις 15:52.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie