• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

participe

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

participe < → λείπει η ετυμολογία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /paʁ.ti.sip/
  (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
participe participes

participe (fr) αρσενικό

  • (γραμματική) η μετοχή

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • participant
  • participatif
  • participation
  • participe
  • participer
  • participial
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=participe&oldid=5332388"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Νοεμβρίου 2021, στις 12:56

Γλώσσες

    • Català
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Eesti
    • Euskara
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Кыргызча
    • Limburgs
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Nederlands
    • Polski
    • Русский
    • Srpskohrvatski / српскохрватски
    • Svenska
    • Türkçe
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Νοεμβρίου 2021, στις 12:56.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie