• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

participe

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

participe < → λείπει η ετυμολογία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /paʁ.ti.sip/
participe (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ενικός πληθυντικός
participe participes

participe (fr) αρσενικό

  • (γραμματική) η μετοχή

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • participant
  • participatif
  • participation
  • participe
  • participer
  • participial
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=participe&oldid=4080455"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Σεπτεμβρίου 2019, στις 10:35

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Σεπτεμβρίου 2019, στις 10:35.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie