ο φακός φωτογραφικής μηχανής

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
objectif objectifs

objectif (fr) αρσενικό

  1. ο φακός μιας φωτογραφικής μηχανής
  2. o στόχος, ο σκοπός