morveux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | morveux | morveux |
θηλυκό | morveuse | morveuses |
morveux (fr)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | morveux | morveux |
θηλυκό | morveuse | morveuses |
morveux (fr)