Ετυμολογία

επεξεργασία
metilernanto < meti- + lernanto

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική metilernanto metilernantoj
αιτιατική metilernanton metilernantojn

metilernanto (eo)