Επίθετο

επεξεργασία

maximum (en) (χωρίς παραθετικά)

  • μέγιστος
    ⮡  The maximum weight of the suitcase is ten kilos.
    Το μέγιστο βάρος της βαλίτσας είναι δέκα κιλά.



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
maximum maxima
και maximums

maximum (fr) αρσενικό

  1. το μάξιμουμ, το άκρον άωτον
     συνώνυμα: summum

  Επίθετο

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
maximum maxima
και maximums

maximum (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ανώτατος, μάξιμουμ
     συνώνυμα: culminant, maximal

Αντώνυμα

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία
Σύμφωνα με την παραδοσιακή ορθογραφία, ο πληθυντικός είναι maxima.
Η μεταρρύθμιση της ορθογραφίας του 1990, στον ενικό προτείνει την απλούστευση του πληθυντικού σε maximums.
Όμως και οι δύο ορθογραφίες θεωρούνται σωστές, εφόσον η μεταρρύθμιση δεν έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα.