• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

malin

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

malin (βοήθεια·αρχείο)

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό malin malins
θηλυκό maligne malignes

malin (fr)

  1. (παρωχημένο) κακοπροαίρετος, κακός, χαιρέκακος
  2. κακοήθης, καταστροφικός
  3. πονηρός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=malin&oldid=4981568"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Ιανουαρίου 2021, στις 14:33

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Ιανουαρίου 2021, στις 14:33.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie