listo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | listo | listoj |
αιτιατική | liston | listojn |
listo (eo)
Ίντο (io)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαlisto (io)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | listo | listoj |
αιτιατική | liston | listojn |
listo (eo)
listo (io)