jordanianino
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | jordanianino | jordanianinoj |
αιτιατική | jordanianinon | jordanianinojn |
jordanianino (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | jordanianino | jordanianinoj |
αιτιατική | jordanianinon | jordanianinojn |
jordanianino (eo)