• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

interesting

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ετυμολογία en
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίθετο
      • 1.3.1 Συνώνυμα
        • 1.3.1.1 συναρπαστικό, αρεστό-ευχάριστο και διασκεδαστικό

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  Ετυμολογία enΕπεξεργασία

interesting < interest + -ing

  ΠροφοράΕπεξεργασία

/ˈɪnt(ə)rɪstɪŋ/

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

interesting (en)

  • ενδιαφέρων, -ουσα, -ον

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • absorbing
  • engrossing
  • fascinating
  • riveting
  • gripping
  • compelling
  • compulsive
  • spellbinding
  • captivating
  • engaging
  • enthralling
  • entrancing
  • beguiling
συναρπαστικό, αρεστό-ευχάριστο και διασκεδαστικόΕπεξεργασία
  • appealing
  • attractive
  • amusing
  • entertaining
  • stimulating
  • thought-provoking
  • diverting
  • exciting
  • intriguing
  • action-packed
  • unputdownable (ανεπίσημο)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=interesting&oldid=3832861"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2017, στις 21:16
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2017, στις 21:16.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie