include
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | include |
γ΄ ενικό ενεστώτα | includes |
αόριστος | included |
παθητική μετοχή | included |
ενεργητική μετοχή | including |
Ρήμα
επεξεργασίαinclude (en)
- περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, περιέχω
- ↪ Will Milan also be included in the tour?
- Θα περιληφθεί και το Μιλάνο στο τουρ;
- ↪ This atlas includes 30 maps.
- Αυτός ο άτλαντας περιλαμβάνει 30 χάρτες.
- ↪ -“Are postal costs also included in the price?” -“Yes, everything is!”
- -«Συμπεριλαμβάνονται και τα ταχυδρομικά στην τιμή;» -«Ναι, όλα!»
- ↪ The subprime crisis in the US affected the entire world, including Europe.
- Η κρίση των ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ επηρέασε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
- ↪ The bill includes several clauses on tax evasion.
- Το νομοσχέδιο περιέχει πολλές διατάξεις για τη φοροδιαφυγή.
- ≈ συνώνυμα: contain
- ↪ Will Milan also be included in the tour?
Αντώνυμα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- include - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 684, 685-686, 838. ISBN 9780194325684., λήμμα: περιέχω, περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω
Ρουμανικά (ro)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαinclude (ro)