immoderate
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | immoderate |
συγκριτικός | more immoderate |
υπερθετικός | most immoderate |
Επίθετο
επεξεργασίαimmoderate (en)
παραθετικά | |
θετικός | immoderate |
συγκριτικός | more immoderate |
υπερθετικός | most immoderate |
immoderate (en)