Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

image < μέση αγγλική image < παλαιά γαλλική image < λατινική imago

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

image (en)

  1. η εικόνα (οπτική αναπαράσταση ενός πράγματος)
  2. η νοητική εικόνα
  3. (πληροφορική) ένα αρχείο που περιέχει όλα τα δεδομένα μιας κατάτμησης σκληρού δίσκου και μπορεί να χρησιμεύσει για επαναφορά ενός συστήματος
  4. (μαθηματικά) ...

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

ΣύνθεταΕπεξεργασία



Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

image < λατινική imago

  ΠροφοράΕπεξεργασία

 

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

image (fr) θηλυκό

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία