Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

honoro < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική honoro honoroj
αιτιατική honoron honorojn

honoro (eo)


Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

honoro < honor

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /hoˈnoː.roː/

  Ρήμα επεξεργασία

honoro (la) (honōrō1, honōrāvī, honōrātum, honōrāre)

Κλίση επεξεργασία