Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας have got to
γ΄ ενικό ενεστώτα has got to
αόριστος had got to
παθητική μετοχή had got to
ενεργητική μετοχή having got to

  Ετυμολογία επεξεργασία

have got to < → δείτε τις λέξεις have, got και to

  Ρήμα επεξεργασία

have got to (en)

  • άλλη μορφή του have to
    You have got to go to bed right now.
    Πρέπει να πας αμέσως για ύπνο.
    It has got to be John.
    Πρέπει να είναι ο Γιάννης.

Άλλες μορφές επεξεργασία

  • → δείτε το ρήμα have to

Συνώνυμα επεξεργασία

  • → δείτε το ρήμα must

  Πηγές επεξεργασία