habeas corpus
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈheɪbiəs ˈkɔːrpəs/
- ⓘ
Έκφραση επεξεργασία
habeas corpus (la)
- (νομικός όρος) ένταλμα που διατάσσει την προσαγωγή ενός προσώπου ενώπιον δικαστηρίου ή δικαστή, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για να διασφαλιστεί ότι η φυλάκιση, η κράτηση ή η δέσμευση ενός προσώπου είναι νόμιμη