gouvernant
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- gouvernant < gouverner
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɡu.vɛʁ.nɑ̃/
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | gouvernant | gouvernants |
θηλυκό | gouvernante | gouvernantes |
Ουσιαστικό επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | gouvernant | gouvernants |
θηλυκό | gouvernante | gouvernantes |
gouvernant (fr)