Ετυμολογία

επεξεργασία
explicite < λατινική explicitus < explicare (εξηγώ)

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
explicite explicites

explicite (fr)

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία