expected
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | expected |
συγκριτικός | more expected |
υπερθετικός | most expected |
expected (en)
- αναμενόμενος
- ↪ These results were not expected.
- Τα αποτελέσματα αυτά δεν ήταν αναμενόμενα.
- ↪ It was expected that this would happen./It was expected for this to happen.
- Ήταν αναμενόμενο να συμβεί αυτό.
- ↪ These results were not expected.
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαexpected (en)