essuie-main
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
essuie-main | essuie-mains |
essuie-main (fr) και essuie-mains αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
essuie-main | essuie-mains |
essuie-main (fr) και essuie-mains αρσενικό