Πρόθημα

επεξεργασία

eks- (eo)

  • πρόθημα που δηλώνει κάτι που δεν υπάρχει πλέον· τέως· πρώην

Παράγωγα

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία
Χρησιμοποιείται και «αυτόνομο»: eksa - τέως, πρώην