παραθετικά
θετικός discerning
συγκριτικός more discerning
υπερθετικός most discerning

  Επίθετο

επεξεργασία

discerning (en)

  • οξυδερκής, με αναλυτική ματιά, παρατηρητικός κριτής

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

discerning (en)