Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /dɪˈvɛləpə(ɹ)/ (ΗΒ)
ΔΦΑ : /dɪˈvɛləpɚ/ (ΗΠΑ)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

developer (en)

  1. ο κατασκευαστής
  2. (πληροφορική) ο προγραμματιστής, αυτός που γράφει τον κώδικα των προγραμμάτων
    συντομογραφία: dev
    δείτε επίσης: programmer στην αγγλική Βικιπαίδεια

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • developer στην αγγλική Βικιπαίδεια