deklaro
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deklaro | deklaroj |
αιτιατική | deklaron | deklarojn |
deklaro (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deklaro | deklaroj |
αιτιατική | deklaron | deklarojn |
deklaro (eo)