• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

déporté

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
    • 1.3 Επίθετο
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

déporté < déporter

  Ουσιαστικό Επεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό déporté déportés
θηλυκό déportée déportées

déporté (fr)

  1. ο εξόριστος, αυτός που έχει απελαθεί

  Επίθετο Επεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό déporté déportés
θηλυκό déportée déportées

déporté (fr)

  1. ο εξόριστος, αυτός που έχει απελαθεί

Συγγενικές λέξεις Επεξεργασία

  • déportation
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=déporté&oldid=3792148"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Μαΐου 2017, στις 12:57

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Magyar
    • Italiano
    • Malagasy
    • Tiếng Việt
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Μαΐου 2017, στις 12:57.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie