Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
consecutively
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
Επεξεργασία
Ετυμολογία
Επεξεργασία
consecutively
<
consecutive
Επίρρημα
Επεξεργασία
consecutively
(en)
αλληλοδιαδόχως
, διαδοχικά και στο καπάκι/ακατάπαυστα