• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

consecutive

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : consécutive

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις
  • 2 Ιταλικά (it)
    • 2.1 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /kɒnsɛkjuːtiv/

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

consecutive (en)

  1. συνεχής, διαδοχικός, επακόλουθος, αλληλοδιάδοχος

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • nonconsecutive

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • consecutively
  • consecutiveness



Ιταλικά (it)Επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

consecutive (it)

  1. θηλυκό του consecutivo
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=consecutive&oldid=5310370"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 23:41

Γλώσσες

    • العربية
    • বাংলা
    • Català
    • Cymraeg
    • English
    • Español
    • Eesti
    • فارسی
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Bahasa Indonesia
    • Ido
    • Italiano
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • മലയാളം
    • မြန်မာဘာသာ
    • Oromoo
    • Polski
    • Русский
    • Simple English
    • Svenska
    • தமிழ்
    • తెలుగు
    • اردو
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 23:41.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie