αλλεπάλληλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αλλεπάλληλα < αλλεπάλληλος
Επίρρημα
επεξεργασίααλλεπάλληλα
- με μια συνεχή και κανονική ακολουθία, ροή στοιχείων που ακολουθούν το ένα το άλλο
Μεταφράσεις
επεξεργασία αλλεπάλληλα
αλλεπάλληλα