capital-intensive
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | capital-intensive |
συγκριτικός | more capital-intensive |
υπερθετικός | most capital-intensive |
capital-intensive (en)
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- capital-intensive στην αγγλική Βικιπαίδεια