Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
broadcast broadcasts

broadcast (en)

  Ρήμα επεξεργασία

ενεστώτας broadcast
γ΄ ενικό ενεστώτα broadcasts
αόριστος broadcasted
παθητική μετοχή broadcasted
ενεργητική μετοχή broadcasting

broadcast (en)

  • εκπέμπω ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό σήμα

  Πηγές επεξεργασία