• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

bank

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ουσιαστικό
  • 2 Δανικά (da)
    • 2.1 Ουσιαστικό
  • 3 Ολλανδικά (nl)
    • 3.1 Προφορά
    • 3.2 Ουσιαστικό
  • 4 Πολωνικά (pl)
    • 4.1 Ουσιαστικό
      • 4.1.1 Συγγενικές λέξεις

Αγγλικά (en) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

bank (en)

  • η τράπεζα



Δανικά (da)Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

bank (da)

  • η τράπεζα



Ολλανδικά (nl) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

bank (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

bank (nl) κοινό

  • η τράπεζα
    ze werkt bij de bank - δουλεύει στην τράπεζα



Πολωνικά (pl) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

bank (pl) αρσενικό

  • τράπεζα

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • bankier
  • bankierka
  • bankierowa
  • bankierstwo
  • bankierówna
  • bankowiec
  • bankowo
  • bankowość
  • bankowy
  • wewnątrzbankowy
  • wokółbankowy
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=bank&oldid=4075004"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Αυγούστου 2019, στις 15:32

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Αυγούστου 2019, στις 15:32.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie