Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
adulator
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Λατινικά (la)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Κλίση
Λατινικά
(la)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
adulator
<
adulatus
+
-or
<
adulo
Ουσιαστικό
επεξεργασία
adulator
αρσενικό
κόλακας
Κλίση
επεξεργασία
αριθμός
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
adulator
adulatorēs
γενική
adulatoris
adulatorum
δοτική
adulatorī
adulatoribus
αιτιατική
adulatorem
adulatorēs
κλητική
adulator
adulatorēs
αφαιρετική
adulatore
adulatoribus
(γ' κλίση)