absurd
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | absurd |
συγκριτικός | absurder / more absurd |
υπερθετικός | absurdest / most absurd |
Επίθετο
επεξεργασίαabsurd (en)
παραθετικά | |
θετικός | absurd |
συγκριτικός | absurder / more absurd |
υπερθετικός | absurdest / most absurd |
absurd (en)