abono
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | abono | abonoj |
αιτιατική | abonon | abonojn |
abono (eo)
Σύνθετα επεξεργασία
Ισπανικά (es) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
abono (es)