Floß
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | das Floß | die Flöße |
γενική | des Floßes | der Flöße |
δοτική | dem Floß dem Floße |
den Flößen |
αιτιατική | das Floß | die Flöße |
Floß (de) ουδέτερο