A-list
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαA-list (en) (χωρίς παραθετικά)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
A-list | A-lists |
A-list (en)
- (κυρίως ΗΠΑ) μια ανεπίσημη λίστα που αποτελείται από δημόσια πρόσωπα τα οποία χαρακτηρίζονται ως τα πιο επιτυχημένα και διάσημα
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- A-list - Cambridge Dictionary online