• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ἀρκέω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Άλλες μορφές

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀρκέω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂erg-

Ρήμα

επεξεργασία

ἀρκέω (παθητική φωνή: ἀρκέομαι / ἀρκοῦμαι)

  1. αποκρούω
  2. προφυλάσσω
  3. κατορθώνω
  4. επαρκώ, είμαι αρκετός
  5. είμαι ισχυρός
  6. ικανοποιώ

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • συνηρημένο: ἀρκῶ
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ἀρκέω&oldid=5257918"
Τελευταία επεξεργασία στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, στις 00:12

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Lietuvių
    • Latviešu
    • Malagasy
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, στις 00:12.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας