Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἀλγηρός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἀλγηρός
<
ἄλγος
Επίθετο
επεξεργασία
ἀλγηρός, ά, όν
(
ελληνιστικό ή και μεταγενέστερο
)
οδυνηρός
Συγγενικά
επεξεργασία
ἀλγέω
ἀλγεινός
ἀλγεινῶς
ἄλγος
ἀλγινόεις
, -εσσα, εν
ἀλγύνω
και
ἀλγυνοῦμαι
(θλίβω και θλίβομαι)
ἀλγηδών
-όνος
ἄλγημα
ἄλγησις
πιθανόν και τα:
ἀλεγεινός
, ή, όν (ο
αλγεινός
)
ἀλεγίζω
ἀλεγύνω