هنر
Ετυμολογία
επεξεργασία- هنر < (άμεσο δάνειο) περσική هنر (honar)
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: → δείτε την περσική هنر
Ουσιαστικό
επεξεργασίαهنر (huner)
Πηγές
επεξεργασία- ετυμολογία για την τουρκική hüner - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν
Περσικά (fa)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- هنر < κληρονομημένο από τη μέση περσική < αρχαία περσική < απώτατη αρχή: πρωτοϊνδοευρωπαϊκή → δείτε هنر Persian στο αγγλικό Βικιλεξικό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαهنر (fa) (honar)
Συνώνυμα
επεξεργασία- (απαρχαιωμένο) صنعت (san'at) , فن (fann)
Απόγονοι
επεξεργασίαهنر (honar) (περσικά)
- ↷ οθωμανικά τουρκικά: هنر (huner)
- ⇒ τουρκικά: hüner
- ↷ νέα ελληνικά: χουνέρι
και περισσότερα στο هنر #Descendants στο αγγλικό Βικιλεξικό