Ετυμολογία

επεξεργασία
Քարթալյան < քարթալ (kʿartʿal, αετός) (παρωχημένο)[1] < οθωμανική τουρκική قرتال‎ (kartal)[2] + -յան (-yan)

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Քարթալյան (hy) (Kʿartʿalyan) αρσενικό ή θηλυκό

Απόγονοι

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Βλ. վրդ. Բաբիկեանց (π. Μπαμπικεάντς), Համառօտ քերականութիւն գաղղիական լեզուի [Συνοπτική γραμματική της γαλλικής γλώσσας] (Βιέννη, Τύποις Հարց Մխիթարեանց, 1816), σ. 173.
  2. Βλ. στη σ. 286 του βιβλίου του 1818, στα οθωμανικά τουρκικά με αρμενική γραφή, διαθέσιμο στο Google Books· πρόσβαση: 2023-12-03.