Ετυμολογία

επεξεργασία
Տեր-Թադևոսյան < Տեր- (Ter-, Τερ-)[1] + επώνυμο Թադեոսյան (Tʿadeosyan, Τα(v)τεοσιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tɛɾtʰɑdɛvɔsˈjɑn/
ΔΦΑ : /dɛɾtʰɑtʰɛvɔsˈjɑn/ (δυτική αρμενική)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Տեր-Թադևոսյան (hy) (Ter-Tʿadeosyan) αρσενικό ή θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. տեր (ter), κύριος, αφέντης και, ως προσφώνηση για ιερέα, πατήρ, πατέρας. Η παρουσία του προθήματος σε επώνυμο δηλώνει πως κάποιος πρόγονος ήταν έγγαμος ιερέας (βλ. Οχανές-Σαρκίς Αγαμπατιάν (2016), Τα αρμένικα επώνυμα έχουν τη δική τους ιστορία, πρόλογος: Ιωάννης Κ. Χασιώτης. Αθήνα: Εκδόσεις Στοχαστής. ISBN 978-960-303-237-3, σελ. 27.)· πρβ. το ελληνικό πρόθημα Παπα-.