Σλαβομακεδονικά (mk) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Алтипармаков < επώνυμο Алтипармак (Altíparmak) [από παρωνύμιο στην οθωμανική τουρκική آلتی پرمق‎ (altı parmak, έξι δάκτυλα), στα τουρκικά altıparmak (εξαδάκτυλος)] + -ов (ov, -οφ)
Συγγενή επώνυμα: αγγλικά Altiparmakyan (αρμενικής προέλευσης), νέα ελληνικά Αλτιπαρμάκης, τουρκικά Altıparmak

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Алтипармаков (mk) (Altipármakov) αρσενικό (θηλυκό Алтипармакова)

Απόγονοι επεξεργασία

Алтипармаков (σλαβομακεδονικά)

αγγλικά: Altiparmakov
σερβικά: Алтипармаков, λατ. Altiparmakov

  Πηγές επεξεργασία