Ετυμολογία

επεξεργασία
χωροθετώ < χωρο- + -θετώ

χωροθετώ (παθητική φωνή: χωροθετούμαι)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία