Ετυμολογία

επεξεργασία
χάριν τίθεμαί (τινι) < → δείτε τις λέξεις τίθημι, τίθεμαι, χάριν και χάρις

  Έκφραση

επεξεργασία

χάριν τίθεμαί (τινι)

  • υποχρεώνω κάποιον, κάνω κάτι σε κάποιον για να μου χρωστά ευγνωμοσύνη
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 9 (Καλλιόπη), 60.3
    εἰ δ᾽ ἄρα αὐτοὺς ὑμέας καταλελάβηκε ἀδύνατόν τι βοηθέειν, ὑμεῖς δ᾽ ἡμῖν τοὺς τοξότας ἀποπέμψαντες χάριν θέσθε.
    Αν πάλι σας έτυχε κάτι που σας κάνει ανήμπορους να βοηθήσετε, εξασφαλίστε την ευγνωμοσύνη μας στέλνοντάς μας τους τοξότες.
    Μετάφραση (1995): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr